Ποινική δίωξη για υπηρεσιακή απιστία, σε βαθμό κακουργήματος, παρήγγειλε ο εισαγγελέας αντιμετώπισης εγκλημάτων Διαφθοράς Θεσσαλονίκης Δημήτρης Μητρουλιάς, σε βάρος μελών της διοίκησης της Εγνατίας Οδού ΑΕ που τον Ιούλιο του 2016 αποφάσισε να ανακαλέσει προηγούμενη απόφαση της Περιφερειακής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης της εταιρείας, να καταπέσουν εγγυητικές και ποινικές ρήτρες εργολάβου, ύψους 1,1 εκατομμυρίου ευρώ.
Όπως έγινε γνωστό, η κατάπτωση εγγυητικών και ποινικών ρητρών αφορούσε τη διαπλάτυνση μέρους του κάθετου άξονα Θεσσαλονίκης – Νέα Μουδανιά – Ποτίδαια. Επρόκειτο για έργο ύψους 16,2 εκατομμυρίων ευρώ, για το οποίο υπεγράφη σύμβαση με την ανάδοχο κατασκευαστική εταιρεία τον Δεκέμβριο του 2012 και βάσει αυτής το έργο έπρεπε να ολοκληρωθεί ύστερα από 36 μήνες, δηλαδή τον Δεκέμβριο του 2015.
Δόθηκε όμως 7μηνη παράταση και το Φεβρουάριο του 2016 ζητήθηκε από την ανάδοχο εταιρεία να εκτελέσει συγκεκριμένες εργασίες εντός είκοσι ημερών. Όταν οι εργασίες αυτές δεν έγιναν, η Περιφερειακή Υπηρεσία Θεσσαλονίκης της Εγνατίας Οδού κίνησε τις νόμιμες διαδικασίες έκπτωσης του αναδόχου. Η απόφαση αυτή ελήφθη στις 30 Ιουνίου 2016, όμως την επόμενη μέρα το τότε διοικητικό συμβούλιο της Εγνατίας Οδού φέρεται να ανακάλεσε την παραπάνω απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας.
«Μετά την ανάκληση της έκπτωσης, ο κύριος του έργου δεν προχώρησε βέβαια σε κατάπτωση των εγγυητικών επιστολών και κατάπτωση ποινικών ρητρών για την υπέρβαση της συνολικής προθεσμίας περαίωσης και των τμηματικών προθεσμιών του έργου, με αποτέλεσμα την πρόκληση περιουσιακής βλάβης της Εγνατίας Οδού ΑΕ συνολικού ύψους 1.123.342,66 ευρώ», αναφέρεται στη δικογραφία που σχηματίστηκε για την υπόθεση, κατόπιν έρευνας των αρμόδιων ελεγκτικών αρχών την οποία προκάλεσε καταγγελία.
«Ο εργολάβος έπρεπε να αποβληθεί και να αποξενωθεί εντελώς από το έργο», περιγράφεται στο πόρισμα που διαβιβάστηκε στον εισαγγελέα, ενώ «έπρεπε να κληθεί ο δεύτερος μειοδότης προκειμένου να αναλάβει την ολοκλήρωση του έργου».
Υπό αυτές τις συνθήκες ο εισαγγελέας Διαφθοράς Θεσσαλονίκης ζήτησε να ασκηθεί ποινική δίωξη εις βάρος της τότε επταμελούς διοίκησης της Εγνατίας Οδού ΑΕ για απιστία στην υπηρεσία, με την επιβαρυντική περίσταση της ιδιαίτερα μεγάλης αξίας του αντικειμένου. Για απλή συνέργεια στην παραπάνω πράξη ζητείται να ασκηθεί δίωξη εις βάρος του τότε γενικού διευθυντή της ίδιας εταιρείας, ενώ για ηθική αυτουργία στην υπηρεσιακή απιστία ο εισαγγελέας εισηγείται να διωχθεί ο νόμιμος εκπρόσωπος της αναδόχου εταιρείας.
Η υπόθεση διαβιβάζεται σε ειδικό ανακριτή διαφθοράς για τη διενέργεια κύριας ανάκρισης.