Το στρατόπεδο του Ράβενσμπρικ ιδρύθηκε το 1938, όταν τα SS μετέφεραν στην περιοχή περίπου 500 Εβραίους κρατούμενους από το στρατόπεδο του Ζαξενχάουζεν για την οικοδόμηση των κτισμάτων του στρατοπέδου.
Η τοποθεσία είχε προσεκτικά επιλεγεί από τον ίδιο τον Χίμλερ, αφενός επειδή δεν ήταν σε πολυσύχναστη ή πυκνοκατοικημένη περιοχή, αφετέρου η πρόσβαση σε αυτό ήταν εύκολη, μια και απείχε μόνο 55 μίλια από την πρωτεύουσα.
Η περιοχή ήταν πολύ όμορφη, ήταν γεμάτη λίμνες και δάση, τη διέσχιζε ο ποταμός Χάβελ, ενώ πολύ κοντά (σε 1 περίπου km) βρισκόταν η κωμόπολη Φύρστενμπεργκ, η οποία είχε απευθείας σιδηροδρομική συγκοινωνία με το Βερολίνο.
Οι Εβραίοι εργάτες έστησαν αρχικά 14 παραπήγματα για τις κρατούμενες, μαγειρείο, αναρρωτήριο και μερικά μικρότερα παραπήγματα για άνδρες κρατούμενους, τελείως απομονωμένα από το υπόλοιπο στρατόπεδο.
Κατασκευάστηκε επίσης (πρώτα από όλα τα υπόλοιπα) ένας ψηλός τοίχος περίφραξης, στην κορυφή του οποίου τοποθετήθηκε αγκαθωτό ηλεκτροφόρο συρματόπλεγμα.
Η πρώτη πληθύσμωση του νέου στρατοπέδου έγινε το Μάιο του 1939, όταν μεταφέρθηκαν σε αυτό περίπου 900 κρατούμενες από το προς εγκατάλειψη στρατόπεδο του Λίχτενμπουργκ. Ακολούθησε μεγάλη αύξηση των προσαγομένων κρατουμένων - περίπου 400 αθίγγανες μεταφέρθηκαν εκεί στο τέλος Ιουνίου 1939 από το στρατόπεδο του Μπύργκενλαντ στην Αυστρία.
Συνολικά υπολογίζεται ότι σε αυτό μεταφέρθηκαν, καθ' όλη τη διάρκεια λειτουργίας του, περισσότερες από 5.000 αθίγγανες.
Ακολούθησε μια μεγάλη αποστολή Πολωνίδων, τομ Σεπτέμβριο του 1939. Συνολικά στο Ράβενσμπρικ μεταφέρθηκαν 45.000 γυναίκες από την Πολωνία.
Τον Ιούνιο του 1941 μεταφέρονται στο μικρό βοηθητικό στρατόπεδο 300 άνδρες κρατούμενοι από το Στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου, για να βοηθούν στις εργασίες ανεγέρσεων νέων κτισμάτων στην περιοχή (στο Ράβενσμπρικ υπήρχε εργοστάσιο της Siemens.
Κύρια απασχόληση των κρατουμένων γυναικών ήταν αρχικά η κατασκευή στολών για τα SS, αργότερα όμως το στρατόπεδο γίνεται χώρος φθηνού εργατικού δυναμικού, καθώς οι κρατούμενες απασχολούνται σε τοπικές βιομηχανίες με πενιχρή αμοιβή (όχι, φυσικά, για τις ίδιες αλλά για τους δεσμοφύλακές τους).
Μόλις πραγματοποιόταν κάποια συμφωνία, 500 ή 1.000 γυναίκες παραχωρούνταν στη βιομηχανική εγκατάσταση, μαζί με το ανάλογο (γυναικείο) προσωπικό φρούρησης, εξοπλισμένο με γκλομπ και ειδικούς σκύλους-φύλακες.
Για όσες κρατούμενες πέθαιναν από τη βαριά εργασία και τις στερήσεις, η βιομηχανία λάμβανε αντικαταστάτριες χωρίς πρόσθετο κόστος.
Μερικές από τις βιομηχανίες, των οποίων το εργατικό δυναμικό απαρτιζόταν από κρατούμενες, ήταν η Siemens (ηλεκτρομηχανολογικός εξοπλισμός), η Χάινκελ (Heinkel) (βιομηχανία αεροσκαφών), η βάση του Πεενεμούντε (κατασκευή και εκτόξευση των βλημάτων V2) κτλ.
Οι συνθήκες κράτησης δε διέφεραν από αυτές των υπόλοιπων στρατοπέδων συγκέντρωσης:
Ο υποσιτισμός, οι ξυλοδαρμοί, οι καθημερινές εκτελέσεις με απαγχονισμό ή πυροβόλο όπλο ήταν καθημερινά φαινόμενα.
Όσες κρατούμενες δεν ήταν κατάλληλες για εργασία στέλνονταν στο Άουσβιτς ή στο παρακείμενο βοηθητικό στρατόπεδο του Ούκερμαρκ (Uckermark) όπου και θανατώνονταν σε θαλάμους αερίων.
Κάτι που ελάχιστοι γνωρίζουν είναι ότι εκεί άφησαν την τελευταία τους πνοή 121 Ελληνίδες. Άλλωστε, οι κρατούμενες προέρχονταν από όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης (Πολωνία, Ιταλία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Αλβανία, Ελλάδα, Βουλγαρία, Ρωσία), καθώς και από την ίδια τη Γερμανία, κυρίως από το Βερολίνο που αντιστάθηκε σθεναρά στον Χίτλερ.
Στο μουσείο του στρατοπέδου εκτίθενται σήμερα γράμματα, ημερολόγια, στολές εργασίας, εκατοντάδες σύμβολα πίστης, όπως χριστιανικά σταυρουδάκια και αστέρια του Δαυίδ και άλλα αντικείμενα που ανήκαν στις γυναίκες που οδηγήθηκαν εκεί.
Το σημαντικότερο έκθεμα όμως είναι τα ονόματα και οι φωτογραφίες που διέθεσαν στο μουσείο οι χώρες καταγωγής των θυμάτων.
Η μόνη χώρα που δεν είχε αναρτήσει κανένα στοιχείο για τις γυναίκες που έχασαν τη ζωή τους στο Ράβενσμπρικ –ούτε μία φωτογραφία, ούτε ένα όνομα– είναι η Ελλάδα.
Σε Πολωνές κρατούμενες έγιναν, επίσης, και ιατρικά πειράματα.
Τα γνωστότερα από αυτά ήταν:
Πειράματα θεραπείας επιμολυσμένων τραυμάτων με σουλφονιλαμίδια και μεταμοσχεύσεις οστών. Επικεφαλής της ιατρικής ομάδας ήταν ο Καθηγητής Καρλ Γκέμπχαρτ (Karl Gebhardt). Ο Γκέμπχαρντ προκαλούσε τραύματα στις κρατούμενες και τα επιμόλυνε με βακτήρια, για να παρατηρήσει στη συνέχεια το αποτέλεσμα της χρήσης σουλφονιλαμιδίων σε αυτά.
Στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένα φάρμακο περίθαλψης τραυμάτων στο πεδίο της μάχης, προς όφελος του Γερμανικού Στρατού.
Στα πειράματα αυτά χρησιμοποιήθηκαν 24 νεαρές Πολωνίδες.
Πειράματα στείρωσης:
Επικεφαλής ο Καθηγητής Καρλ Κλάουμπεργκ (Carl Clauberg).
Υπέβαλε σε στείρωση 35 γυναίκες, στην πλειοψηφία τους αθίγγανες.
Προσωπικό φύλαξης
Το στρατόπεδο προσέφερε τη δυνατότητα εκπαίδευσης γυναικών δεσμοφυλάκων, των επιλεγομένων Aufseherin. Υπολογίζεται ότι στο διάστημα λειτουργίας του στρατοπέδου εκπαιδεύτηκαν σε αυτό περίπου 4.000 γυναίκες δεσμοφύλακες. Από αυτές η περισσότερο διάσημη ήταν η Ερμίνα Μπραουνστάινερ (Hermine Braunsteiner), ίσως η σκληρότερη αρχιδεσμοφύλακας του στρατοπέδου, η οποία είχε την προσωπική προτίμηση να θανατώνει μικρά παιδιά ποδοπατώντας τα εμπρός στις μητέρες τους.
Αρχικά είχε καταφέρει να διαφύγει, ο Σίμον Βίζενταλ, όμως, την εντόπισε και κατάφερε να την προσαγάγει σε δίκη το 1976. Η Μπραουνστάινερ καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για τις φρικαλεότητες που διέπραξε στο Ράβενσμπρικ.
Απελευθέρωση
Κατά τους τελευταίους μήνες του πολέμου και λόγω της ταχύτατης προέλασης του Ερυθρού Στρατού, η ηγεσία των SS αποφάσισε την εξόντωση όσων κρατουμένων είχαν επιζήσει, με στόχο την εξάλειψη των μαρτύρων των φρικαλεοτήτων που είχαν διαπραχθεί.
Σε αυτό το «πρόγραμμα» εντάσσεται η θανάτωση με αέρια 130 βρεφών και εγκύων το Μάρτιο του 1945.
Το στρατόπεδο αρχικά έστελνε τις προς θανάτωση κρατούμενες στο Άουσβιτς, ενώ όσες πέθαιναν από πείνα, κακουχίες ή δολοφονούνταν, αποτεφρώνονταν στο κρεματόριο του Φύρστενμπεργκ. Επειδή, όμως, οι ανάγκες δεν καλύπτονταν, το στρατόπεδο απέκτησε το δικό του αποτεφρωτήριο, ενώ για πρώτη φορά αναφέρεται σε έγγραφο η ημερομηνία της 22ας Ινουνίου 1944 για θανάτωση σε θάλαμο αερίων στο ίδιο το στρατόπεδο.
Στα τέλη Μαρτίου του 1945 η ηγεσία των SS αποφασίζει να μεταφέρει τα αρχεία του στρατοπέδου έξω από αυτό, μαζί με όλο τον εργαστηριακό εξοπλισμό. Στις 27 και 28 Απριλίου εκκενώνεται το στρατόπεδο από όσες κρατούμενες μπορούν να περιπατήσουν, οι οποίες ξεκινούν μια «πορεία θανάτου». Στις 30 Απριλίου φθάνουν στο στρατόπεδο τα Σοβιετικά στρατεύματα. Βρίσκουν εκεί μόνο 3.000 γυναίκες και 300 άνδρες, όλους στα τελευταία στάδια της εξάντλησης. Τα αρχεία του στρατοπέδου είτε δεν βρέθηκαν είτε κρατήθηκαν μυστικά και μη ανακοινώσιμα από τις Σοβιετικές αρχές.
Το 1946 έγινε, στα πλαίσια της Δίκης της Νυρεμβέργης, μια σειρά από δευτερεύουσες δίκες. Ανάμεσα σε αυτές ήταν η Δίκη των Ιατρών, στην οποία δικάστηκαν και καταδικάστηκαν οι πρωταγωνιστές των ιατρικών πειραμάτων του Ράβενσμπρικ.
Αν δεν κατανοήσουμε και δεν αποδεχτούμε το παρελθόν μας, δεν θα καταφέρουμε ποτέ να δημιουργήσουμε μια σαφή εικόνα για το ποιοι είμαστε στο παρόν και για το πώς θέλουμε να εξελιχθούμε στο μέλλον.