Η επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης


Η επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης


Του Αργύρη Αργυριάδη*



Το θέμα της επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης επανήλθε στην επικαιρότητα μετά την πρόσφατη, οξεία ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Αφορμή αποτέλεσε η δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, των νέων αντιπροέδρων του Αρείου Πάγου και αιτία η μη επιλογή από την κυβέρνηση κανενός – σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση - εκ των πρωτευσάντων στη μυστική ψηφοφορία των ίδιων των δικαστών - μελών του ανώτατου δικαστηρίου. Δικαστές με ευρύ κύρος, υψηλή νομική κατάρτιση και πρώτοι σε ψήφους, δεν επιλέχθηκαν για καμία από τις 8 θέσεις που κενώθηκαν…

Γιατί αυτή η ανακοίνωση τώρα; Το καλοκαίρι του 2024 το Υπουργείο Δικαιοσύνης εισηγήθηκε και ψήφισε τον Νόμο 5123/2024, κατόπιν ευρωπαϊκών παροτρύνσεων, προκειμένου να θεσμοθετηθεί η συμμετοχή των ίδιων των δικαστών μέσω μυστικής ψηφοφορίας στις διαδικασίες επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Η ρύθμιση αυτή, πράγματι, παρουσιάστηκε από την ίδια την κυβέρνηση ως βήμα εκδημοκρατισμού και ενίσχυσης της θεσμικής ανεξαρτησίας των δικαστών. Σε αντίθεση με τα διακηρυχθέντα, η κυβέρνηση σήμερα αντιτείνει ότι σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα αυτή μόνον έχει το προνόμιο να επιλέγει και το αποτέλεσμα της μυστικής ψηφοφορίας μεταξύ των δικαστών όσο και η εισήγηση της Βουλής έχει μόνον γνωμοδοτικό ρόλο. Τυπικά ορθή είναι η θέση της κυβέρνησης, καθώς το Σύνταγμα της δίνει αυτό το προνόμιο. Πόσο, όμως, συνάδει το τελικό αποτέλεσμα με το πνεύμα των διατάξεων που η ίδια η κυβέρνηση ψήφισε; Πόσο αρμόζει σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία να μη λαμβάνεται ΚΑΘΟΛΟΥ υπόψη η γνώμη όσων καλούνται να… γνωμοδοτήσουν; Και κατά πόσον απαντάει η πρόσφατη κυβερνητική επιλογή στην ανάγκη να αποκατασταθεί το τρωθέν κύρος της Δικαιοσύνης; Αλήθεια, πιστεύει η κυβέρνηση ότι με τέτοιες μονοκρατορικές επιλογές θα αποκατασταθούν οι σχέσεις εμπιστοσύνης Κοινωνίας – Δικαιοσύνης;

Προφανώς, η ηγεσία της Δικαιοσύνης δεν μπορεί να επιλέγεται από τους ίδιους τους δικαστές. Τούτο θα ερχόταν σε ευθεία αντίθεση με το Σύνταγμα, σύμφωνα με το οποίο «όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό». Οι δικαστές δεν εκλέγονται από την κοινωνία – όπως για παράδειγμα στις ΗΠΑ – αλλά διορίζονται κατόπιν εξετάσεων. «Κράτος δικαστών» δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο. Ωστόσο, ούτε τόσο σφιχτός εναγκαλισμός της εκτελεστικής με τη δικαστική εξουσία υπάρχει παρά μόνον σε χώρες που ελέγχονται για την ποιότητα της «φαινόμενης» Δημοκρατίας τους (Πολωνία, Ουγγαρία, Τουρκία κλπ).

Ποιά θα μπορούσε να είναι η λύση; Ας δούμε για παράδειγμα πως ορίζεται ο/η Ευρωπαίος(α) Εισαγγελέας. Η διαδικασία διορισμού προβλέπεται στο Άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Σύμφωνα με αυτόν, κάθε κράτος μέλος μπορεί να προτείνει έως και τρεις υποψηφίους για τη θέση του Ευρωπαίου Εισαγγελέα (οι υποψήφιοι πρέπει να είναι ενεργοί εισαγγελείς ή δικαστές ή να έχουν τα προσόντα για να γίνουν μέλη των ανώτατων εθνικών δικαστηρίων ή εισαγγελικών αρχών). Στη συνέχεια μια ανεξάρτητη επιτροπή εμπειρογνωμόνων αξιολογεί τις υποψηφιότητες και συντάσσει κατάλογο κατά σειρά προτίμησης. Εντέλει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διορίζει τον/την Ευρωπαίο/α Εισαγγελέα με ειδική πλειοψηφία, επιλέγοντας έναν από τους τρεις πρώτους του καταλόγου της επιτροπής. Σε «Ελληνική μετάφραση» και διατηρώντας τα υφιστάμενα νομοθετικά κεκτημένα: Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας της αρμόδιας επιτροπής της βουλής, των ίδιων των δικαστών και μιας ανεξάρτητης επιτροπής εμπειρογνωμόνων (η οποία πρέπει να θεσπιστεί) θα μπορούσε να οδηγεί σε μια μικρή λίστα τριών προτεινόμενων προσώπων ανά θέση. Και η κυβέρνηση – ως κύριος εκφραστής της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας – θα επέλεγε αποκλειστικά από τους προτεινόμενους ξεχνώντας τις συνήθεις …. βουτιές στην επετηρίδα.


Του Αργύρη Αργυριάδη
Δικηγόρου

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Νεότερη Παλαιότερη