γράφει ο Ιωάννης Β. Δασκαρόλης
Πρόλογος
Ο ηθογράφος Ανδρέας Καρκαβίτσας και η ιδεολογία του.
Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας γεννήθηκε στα Λεχαινά Ηλείας το 1865, σπούδασε Ιατρική, ενώ εργάστηκε με μεγάλη επιτυχία και ως δημοσιογράφος σε πολλές εφημερίδες της εποχής, αλληλοεπιδρώντας με τους κορυφαίους πνευματικούς ταγούς της εποχής, τον Παλαμά, τον Παπαδιαμάντη και τον Ξενόπουλο. Ως άνθρωπος ήταν ευγενής αλλά απόμακρος και σχετικά απομονωμένος, ενώ βασανιζόταν από προσωπικά αδιέξοδα που είχαν πυροδοτηθεί από έναν νεανικό μεγάλο ματαιωμένο του έρωτα. Τον Οκτώβριο του 1891 διορίστηκε γιατρός στο ατμόπλοιο Αθηνά θέση που διατήρησε για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Οι εμπειρίες του από αυτά τα ναυτικά του ταξίδια καταγράφηκαν αρχικά στο ταξιδιωτικό του ημερολόγιο και στη συνέχεια τροφοδότησαν με υλικό την περίφημη συλλογή διηγημάτων Λόγια της πλώρης που είναι και το πιο γνωστό του έργο ως την εποχή μας.
Τον Αύγουστο του 1896 κατατάχθηκε στο Στρατό ως μόνιμος στρατιωτικός γιατρός, αφού πρώτα είχε δημοσιεύσει σε συνέχειες το άλλο κορυφαίο διήγημά του Ο Ζητιάνος, στην εφημερίδα Εστία. Ο Καρκαβίτσας συνέχισε να ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα λόγω των στρατιωτικών μεταθέσεων που επεδίωκε να λαμβάνει, ζώντας για μεγάλο χρονικό διάστημα στην επαρχία, παρατηρώντας και κρατώντας σημειώσεις για την καθημερινή ζωή των χωρικών.
Σταδιακά τα διηγήματά του συγκέντρωσαν την προσοχή του αναγνωστικού κοινού λόγω της ζωντάνιας τους και της φυσιολατρικής τους κοπής και ο ίδιος εξελίχθηκε σε κορυφαία πνευματική προσωπικότητα της Χώρας. Πάντως ήταν γεγονός ότι μέσω της αρθρογραφίας του στον Τύπο τηρούσε μια κριτική στάση σε όλα τα ζητήματα της επικαιρότητας, με θέσεις κατά κανόνα κόντρα στην κοινή γνώμη.[1]
- Δημοτικισμός και η υπεράσπιση του νέου Ελληνισμού έναντι της αρχαιοπληξίας.
Ο Καρκαβίτσας αρχικά έγραψε στην καθαρεύουσα,[2] αλλά σταδιακά στράφηκε προς την δημοτική, χωρίς να προσχωρήσει γλωσσικά εντελώς στον ψυχαρισμό του οποίου αποδοκίμασε τις ακρότητες. Υπερασπίστηκε τον Δημοτικισμό και ήταν ιδρυτικό μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου μαζί με τους Ίωνα Δραγούμη και Λορέντζο Μαβίλη, ενώ υποστήριξε την καθιέρωση της δημοτικής στην Εκπαίδευση αλλά και σε όλες τις δημόσιες πτυχές της ζωής του έθνους.
Ακόμη περισσότερο, υπερασπίστηκε την Ελλάδα της εποχής του έναντι της αρχαίας ελληνικής υπεροχής που υποστηριζόταν από την πνευματική ηγεσία του τόπου και έτεινε προς την προγονοπληξία, ενώ επιφύλασσε μια θετική αποτίμηση και για την τελευταία περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας που την θεωρούσε προθάλαμο της εποχής του.[3] Έναντι του Μαραθώνα ο Καρκαβίτσας αντέτασσε τα Δερβενάκια, στην Ελλάδα του Μ. Αλεξάνδρου, την Ελλάδα του Γεωργίου Α΄. Όλο το έργο του Καρκαβίτσα δοξολογεί χωρίς εκπτώσεις την επανάσταση του 1821[4] την οποία θεωρεί ανεκπλήρωτη και το δημιούργημά της προσωρινό μέχρι την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης και την εκπλήρωση των προφητειών του Γένους.
Η πρώτη έκδοση του "Αρχαιολόγου"
Ο Καρκαβίτσας θεωρούσε ότι η κοινωνία της εποχής του δεν έπρεπε να προσπαθεί να μιμηθεί την αρχαία κάτι που ήταν ούτως ή άλλως ήταν αδιέξοδο και ανεπίκαιρο, αλλά να παραδειγματίζεται από τους αγράμματους αλλά ηρωικούς αγωνιστές του 1821, τον οποίων η θυσία δημιούργησε την Σύγχρονη Ελλάδα της εποχής του.[5]
«Με μαλώνεις που δεν τιμώ τους προγόνους μας. Τους τιμώ και τους δοξάζω, ήταν μεγάλοι άνθρωποι, ναι. Μα πρέπει να ζήσουμε κ΄ εμείς. Και να ζήσουμε τη σημερινή ζωή μας όπως έζησαν κ΄ εκείνοι τη δική τους.»[6] Στήριξε με όλες του τις δυνάμεις την λαϊκή παράδοση και την δημιουργία ενός λαϊκού νεοελληνικού εθνισμού που δεν ήταν ο φτωχός συγγενής της Αρχαιότητας, αλλά είχε της σφραγίδα της νοικοκυροσύνης, της προκοπής και του συντηρητισμού των ηθών της επαρχίας. Οι θέσεις του αυτές που ήταν διάσπαρτες στον Αρχαιολόγο, αποδοκιμάστηκαν από τους πνευματικούς ταγούς της εποχής εκείνης που ήταν θαυμαστές της αρχαίας Ελληνικής φιλολογίας και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι ο Καρκαβίτσας έπαψε να δημοσιεύει διηγήματα από τότε.
- Οι θέσεις του εναντίον του Σοσιαλισμού και του Φιλελευθερισμού.
Αντίθετος με τις ιδέες του σοσιαλισμού θα εκμυστηρευτεί ότι «Πιστευώ ότι ο Ρωμηός φέρει μέσα εις την ψυχή του όχι του σοσιαλισμού τον σπόρον, αλλά και της αναρχίας. Φτάνει λοιπόν να του ρίψωμεν τας σοσιαλιστικάς ιδέας για να γίνει εντελώς ανυπότακτος, διότι συγχρόνως είναι και αμόρφωτος και παρεξηγεί κάθε ιδέαν και φθάνει εις τα άκρα».
Επίσης στην εφημερίδα Άστυ τόνιζε ότι «προ παντός άλλου εγώ σήµερον λογαριάζω την Ελλάδα και τους υποδούλους της και εν όσω η Ελλάς είνε εις την κατάστασιν αυτήν φρονώ, ότι δεν επιτρέπεται να σπείρωνται τοιαύται ιδέαι, αι οποίαι τείνουν να καταστρέψουν την ιδέαν της πατρίδος. Η Ελλάς έχει υποχρεώσεις να οργανωθεί ως κράτος ισχυρόν, (το οποίον πιστεύω ότι δεν θα το καταφέρη ποτέ,) διά να ελευθερώση και τους άλλους υποδούλους.»[7]
Γενικότερα ο Καρκαβίτσας στηλίτευε την δεισιδαιμονία και τα οπισθοδρομικά ήθη της επαρχίας, αλλά είχε τον φόβο ότι το ρεαλιστικό πνεύμα των δυτικών ιδεών του σοσιαλισμού και του φιλελευθερισμού, όχι μόνο δεν θα εκσυγχρόνιζε την κοινωνία, αλλά θα την οδηγούσε στον απόλυτο κατακερματισμό της. Η μηχανιστική μετακένωση ιδεολογιών από τις προηγμένες δυτικές κοινωνίες θα γινόταν με στρεβλό τρόπο από τους νεοέλληνες και θα τους οδηγούσε σε έναν άκρατο ατομικισμό και φιλοτομαρισμό, ενώ η σωστή κατεύθυνση που έπρεπε να επιδιωχθεί, ήταν η κοινωνική αλληλεγγύη και ο πατριωτισμός.
- Ελληνοκεντρισμός και Μ. Ιδέα.
Όπως όλοι οι πνευματικοί άνθρωποι στην Ελλάδα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, υπήρξε ένας ιδιαίτερα πολιτικοποιημένος άνθρωπος με άποψη και προσωπική συμμετοχή σε πολλά σημαντικά γεγονότα που σημάδεψαν την σύγχρονη Ελληνική Ιστορία. Ο Καρκαβίτσας ήταν ελληνοκεντρικός, φορέας και αναμεταδότης ενός πανεθνικού πατριωτισμού και αδιάλλακτος οπαδός της Μεγάλης Ιδέας.[8] Το έργο του αποτελούσε εν μέρει και ένα εγερτήριο σάλπισμα του Ελληνισμού, ένα πολεμικό προσκλητήριο για την τελική εξόρμηση προς Ανατολάς.[9]
Ο Καρκαβίτσας δεν περιορίστηκε στη θεωρία, αλλά στήριξε προσωπικά με όλες του τις δυνάμεις την εθνική του ιδεολογία. Ορκίστηκε μέλος της Εθνικής Εταιρείας προωθώντας τις εθνικές της επιδιώξεις, ενώ συμμετείχε στο εκστρατευτικό Σώμα που στάλθηκε στην Κρήτη υπό τον Τιμολέοντα Βάσσο. Ως στρατιωτικός μετείχε στις ζυμώσεις του Στρατιωτικού Συνδέσμου που οργάνωσε την Επανάσταση στο Γουδή το 1909, καθώς θεωρούσε τον παλαιοκομματισμό υπεύθυνο για την ήττα του 1897 και την κακοδαιμονία της Ελλάδας.
Η αντίθεση του Καρκαβίτσα στον παλαιοκομματισμό της ελληνικής πολιτικής σκηνής πριν το 1909.
Μέσα από την τριβή του Καρκαβίτσα με την ελληνική πολιτική σκηνή στα τέλη του 19ου αιώνα, τα πρόσωπα που την απαρτίζουν (κομματάρχες) και τους οργανισμούς τους (κόμματα), θεώρησε ότι είχαν την κύρια ευθύνη για την στασιμότητα της ελληνικής κοινωνίας αλλά και γενικότερα του Ελληνισμού. Τις απόψεις αυτές τις σκιαγραφεί ανάγλυφα στο πασίγνωστο διήγημα του Ο ζητιάνος, θεωρώντας τον πολιτικαντισμό ως βασική αιτία της εξαθλίωσης των αγροτικών πληθυσμών στην Θεσσαλία όπου εκτυλίσσεται και η δράση του διηγήματος.
Έτσι λοιπόν σύμφωνα με τον Καρκαβίτσα, ο πολιτικαντισμός ανθεί στην Ελλάδα γιατί οι άνθρωποι είναι απαιδαγώγητοι στις πολιτικές ελευθερίες. Αυτός επέφερε και την διάβρωση του θεσμού της Κοινότητας και η στροφή των ανθρώπων προς την εξυπηρέτηση του ιδιοτελούς τους ατομικού συμφέροντος. «Γι΄ αυτό άφησαν τις κοινοτικές υποθέσεις στου πεπρωμένου την διάκριση και κοιτάζουν μόνο τα ατομικά τους συμφέροντα. Καθένας έκαμε πολιτικόν του φίλο εκείνον που επί Τουρκοκρατίας ήξερε πως είχε δύναμιν αναγνωρισμένη".[10]
Λίγα χρόνια μετά (1909) από την συγγραφή του διηγήματος του Ζητιάνου, ο Καρκαβίτσας στήριξε πολλές ελπίδες για την ανατροπή της κατάστασης αυτής στον Στρατιωτικό Σύνδεσμο του οποίου ήταν μέλος. Αγανακτούσε που ο σύνδεσμος δεν τηρούσε σκληρότερη στάση έναντι του πολιτικαντισμού και θεωρούσε μεγάλο λάθος την συνδιαλλαγή με τα υφιστάμενα κόμματα. "...ο λαός ζητεί να τον λυτρώσει από τα κόμματα και τα ερπετά τους. Βγάλε τα από πάνω μου! Ξερίζωσε τα από τον τόπο μου! Λύσε μου τα χέρια που μου ταχουνε πιστάγκωνα! Μην με πιστεύεις ελεύθερο! Σκλάβος τους είμαι! Μην τους ακούς που λέγονται αντιπρόσωποι μου, τύραννοι μου είναι! Μην το λες πως είμαι κόμμα τους εγώ. Το κόμμα τους είναι λίγοι πέντε δέκα, εγώ πάω κοντά τους από ανάγκη. Γιατί έχουνε μαζί τους κάθε της πολιτείας αντιπρόσωπο, κάθε της εξουσίας όργανο και Αρχή...."[11]
Συμμετοχή του Καρκαβίτσα στους Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913).
Συμμετείχε στους Βαλκανικούς πολέμους ως στρατιωτικός γιατρός και συνέδραμε την ελληνική στρατιωτική εξόρμηση προς Βορρά με όλες του τις δυνάμεις. Κατά τη μάχη των Γιαννιτσών συνάντησε και συνομίλησε με τον γνωστό συγγραφέα και μετέπειτα ακαδημαϊκό Σπύρο Μελά όπου του περιέγραψε τρομακτικές στιγμές κατά τη φονική μάχη, όπου περισυνέλλεγε και περιέθαλπε τραυματίες κάτω από συνεχή πυρά του εχθρικού πυροβολικού. Μια συγκλονιστική σχετική περιγραφή των τραυματιών και των παθών τους, αλλά και των προσπαθειών του Καρκαβίτσα να τους βοηθήσει δημοσιεύτηκε και στον ημερήσιο Τύπο της εποχής.[12]
Την ίδια περίοδο τα ελληνικά στρατεύματα νοσούσαν και αποδεκατίζονταν από επιδημία χολέρας. Στα έγγραφα της εποχής αναφέρεται η μετάβαση του Καρκαβίτσα στο Δεμίρ-Ισάρ (Σιδηρόκαστρο) για παραλαβή εμβολίων χολέρας.[13] Ο Καρκαβίτσας παρασημοφορήθηκε δύο φορές για τη «μέχρι αυτοθυσίας αφοσίωση στο καθήκον» κατά τους δύο βαλκανικούς πολέμους, ενώ τον Φεβρουάριο του 191 προβιβάστηκε σε Λοχαγό.[14]
Η προσχώρηση του Καρκαβίτσα στον αντιβενιζελισμό, η εξορία του στη Μυτιλήνη και η φυλάκισή του στη Θεσσαλονίκη (1916 - 1917)
Στα χρόνια του Εθνικού Διχασμού προσχώρησε στον αντιβενιζελισμό στηρίζοντας τον Βασιλιά Κωνσταντίνο στη διένεξη. Ο Καρκαβίτσας είχε την ατυχία να επιστρέφει από άδεια ακτοπλοϊκώς στη μονάδα του στη Θεσσαλονίκη χωρίς να γνωρίζει ότι εν τω μεταξύ είχε εκδηλωθεί το βενιζελικό κίνημα της Άμυνας και η Θεσσαλονίκη βρισκόταν υπό τον έλεγχο βενιζελικών. Όταν αποβιβάστηκε με άλλους βασιλόφρονες αξιωματικούς στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης,[15] συνελήφθησαν επί τόπου και οδηγήθηκαν ενώπιον του συνταγματάρχη Κωνσταντίνου Μαζαράκη που τους υποσχέθηκε αμοιβές και προαγωγές αν προσχωρούσαν στο κίνημα.
Τόσο ο Καρκαβίτσας όσο και οι υπόλοιποι αξιωματικοί παρέμειναν ανένδοτοι στις προτάσεις αυτές και ακολούθως φυλακίστηκαν και εκτοπίστηκαν σε γαλλικό στρατόπεδο αιχμαλώτων στη Μυτιλήνη, καθώς το νησί είχε προσχωρήσει στο κίνημα της Άμυνας. Το εν λόγω στρατόπεδο ήταν ένα χωράφι περιφραγμένο με συρματόπλεγμα, στο οποίο είχαν τοποθετηθεί σκηνές και το φρουρούσαν Σενεγαλέζοι στρατιώτες. Εκεί παρέμειναν υπό άθλιες συνθήκες σίτισης και διαβίωσης, αλλά δεν προσχώρησαν στην βενιζελική Άμυνα, παρά τις εκκλήσεις βενιζελικών αξιωματούχων που τους επισκέπτονταν, αλλά και του Μητροπολίτη Κυρίλλου.[16]
Τους αναγγέλθηκε ότι θα μεταφέρονταν στον Βόλο από όπου και θα απελευθερώνονταν, αλλά το ατμόπλοιο που τους μετέφερε, τελικά τους πήγε στη Θεσσαλονίκη μετά από απόφαση της Επαναστατικής Κυβέρνησης. Εκεί δέχθηκαν νέες απειλές από τον υποστράτηγο Εμμανουήλ Ζυμβρακάκη για να προσχωρήσουν και όταν αυτοί αρνήθηκαν φυλακίστηκαν στις φυλακές του Γεντί Κουλέ στη Θεσσαλονίκη. Ο Καρκαβίτσας κλείστηκε σε ένα υπόγειο κελί, ρυπαρό, χωρίς παράθυρο, ενώ για τροφή του έδιναν σκέτο ψωμί με λίγο νερό, ενώ η είδηση της φυλάκισής του ξεσήκωσε κύμα συμπαράστασης στην Αθήνα.[17]
Η είσοδος των φυλακών του Γεντί Κουλέ
Οι έγκλειστοι έστειλαν επιστολή διαμαρτυρίας στον Βενιζέλο για τις συνθήκες κράτησής τους και λίγες ημέρες μετά τους επισκέφθηκε ο μετριοπαθής υποστράτηγος Δαγκλής που σοκαρίστηκε από το άθλιο περιβάλλον στο οποίο ζούσαν οι έγκλειστοι και δικαιολογήθηκε ότι η κυβέρνηση δεν γνώριζε για το ζήτημα. Ο Καρκαβίτσας παρέμεινε υπό το ίδιο καθεστώς κράτησης και στις παραμονές της αποφυλάκισης του λόγω ανταλλαγής με βενιζελικούς κρατούμενους στην Παλαιά Ελλάδα, τον επισκέφθηκαν ο ίδιος ο Βενιζέλος αλλά και ο Κουντουριώτης και του αποκάλυψαν ότι οι αξιωματικοί φυλακίστηκαν ώστε να χρησιμοποιηθούν ως όμηροι σε μια πιθανή ανταλλαγή αιχμαλώτων.
Ο Καρκαβίτσας ήταν σχετικά μικρόσωμος και ασθενικός. Στο στρατιωτικό του Μητρώο καταχωρούνται συχνά νοσήματα του ανωτέρου αναπνευστικού, προβλήματα πνευμόνων κλπ. Έτσι, κατά την εξορία του στη Μυτιλήνη και την φυλάκισή του στη Θεσσαλονίκη νόσησε με φυματίωση λόγω των συνθηκών κράτησης και έκανε την πρώτη αιμόπτυση στο κελί του.[18]
Σύμφωνα με τη σχετική βενιζελική απολογία επί του ζητήματος, ο Καρκαβίτσας είχε πρόβλημα με τους πνεύμονές του πριν τον εγκλεισμό, οι συνθήκες κράτησής του στη Μυτιλήνη ήταν εξαιρετικές, καθώς είχε πλήρη ελευθερία να έρθει σε επαφή με άλλους βενιζελικούς λογοτέχνες του νησιού, ενώ όταν ο Βενιζέλος έμαθε για την φυλάκισή του τον απελευθέρωσε αμέσως.[19] Προφανώς από τις δύο εξιστορήσεις υπάρχει μεγάλη απόσταση, αλλά μάλλον η πρώτη αφήγηση, πέρα από τις υπερβολές της και ίσως την πολιτική σκοπιμότητα της εποχής που δόθηκε, ανταποκρίνεται περισσότερο σε ότι συνέβη. Άλλωστε η πολιτική δίωξη του Καρκαβίτσα συνεχίστηκε και μετά την ενοποίηση του κράτους το καλοκαίρι του 1917.
Η επιδείνωση της υγείας του Καρκαβίτσα και η αποκατάστασή του μετά τον εκλογικό θρίαμβο των αντιβενιζελικών το 1920
Όταν επέστρεψε στην Αθήνα, ο Καρκαβίτσας προήχθη σε Αρχίατρο στις 25 Μαρτίου 1917 από τις αντιβενιζελικές Αρχές, αλλά μετά την ενοποίηση του Κράτους και την άνοδο των βενιζελικών στην εξουσία τέθηκε σε διαθεσιμότητα στις 21 Σεπτεμβρίου του 1917 και στις 6 Δεκεμβρίου 917 αποστρατεύθηκε αυτεπαγγέλτως. Τον ίδιο χρόνο εισήχθη άρρωστος από φυματίωση και νοσηλεύτηκε για κάποιο χρονικό διάστημα στο σανατόριο της Πεντέλης και στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών. Όταν βγήκε από το σανατόριο, εγκαταστάθηκε μόνιμα πλέον στο Μαρούσι, το οποίο θωρούσαν τόσο ως τον πλέον κατάλληλο τόπο διαμονής για έναν φυματικό.
Ο Καρκαβίτσας μαζί με εκατοντάδες άλλους βασιλόφρονες αξιωματικούς που είχαν αποταχθεί από τους βενιζελικούς το 1917, επανήλθε με τον βαθμό του στον ελληνικό στρατό τον Νοέμβριο του 1920 μετά την εκλογική νίκη της Ηνωμένης Αντιπολίτευσης. Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του, το 1922, αποστρατεύτηκε με δική του αίτηση και εργάσθηκε πάνω στη συγκέντρωση σε δύο τόμους των παλαιότερων διηγημάτων του, τα Διηγήματα των παλικαριών μας και τα Διηγήματα του γυλιού.
Ο Καρκαβίτσας πέθανε από φυματίωση του λάρυγγα στις 24 Οκτωβρίου 1922 στην Αθήνα, σε ηλικία 57 ετών ταλαιπωρημένος από την ασθένειά του αλλά και πικραμένος για την συντριβή του ονείρου της Μεγάλης Ιδέας στη φλεγόμενη Σμύρνη, που την είδε να συμβαίνει λίγο πριν πεθάνει. Με την διαθήκη που συνέταξε λίγες ημέρες πριν τον θάνατό του, ο συγγραφέας άφησε τις εισπράξεις από τα δικαιώματα των έργων του στη σύντροφο των τελευταίων χρόνων της ζωής του Δέσποινα Σωτηρίου και τα χειρόγραφά του στο Γιάννη Βλαχογιάννη, διευθυντή τότε των Αρχείων του Κράτους.
Επίμετρον - Μια προσωπογραφία του Καρκαβίτσα από τον Γρηγόριο Ξενόπουλο
«Δὲν θαυμάζω μόνον τὸν Καρκαβίτσαν ὡς συγγραφέα, ἀλλὰ καὶ τὸν ἀγαπῶ ὡς ἄνθρωπον. Εἶναι καλός. Οὔτε θὰ ἔβρισκα ἄλλη λέξιν διὰ νὰ τὸν χαρακτηρίσω, ἀπὸ αὐτὴν ποὺ μεταχειριζόμεθα τόσο συχνά καὶ διὰ τόσο πολλούς. Ἁπλοῦς, ἀφελῆς, ἴσιος, δὲν ἔχει οὔτε ταπεινὰ πάθη, οὔτε γελοίους ἐγωισμούς, οὔτε μίση προσωπικὰ καὶ ἀνόητα, οὔτε κἂν τὰς ἀδυναμίας, τὰς στρυφνότητας, τὰς ἰδιοτροπίας ἐκείνας τὰς παιδικάς, ποὺ μερικοὺς ἄλλους "μεγάλους ἄνδρας" τοὺς κάμνουν ἀνυπόφορους. Ποτὲ δὲν ὁμιλεῖ γιὰ τὰ ἔργα του, ποτὲ δὲν προβάλλει ἀπαιτητικὸν καὶ καταθλιπτικὸν τὸ ἐγώ του. Κάποτε εἶχα γράψει μὲ πολὺν ἐνθουσιασμὸν διὰ τὰ Λόγια τῆς Πλώρης του. Τελευταίως εἶχα ἐπικρίνει τὸν Ἀρχαιολόγον του. Ὁ Καρκαβίτσας μὲ εὐχαρίστησε μὲ τὴν ἴδιαν γαλήνην καὶ διὰ τὰς δύο κριτικάς, ἐνῶ ἄλλος διὰ τὴν δευτέραν ἠμποροῦσε νὰ μοῦ θυμώσῃ. Μοῦ ἀρέσει ὁ χαρακτήρ του ὁ ἄκαμπτος, ὁ ἀνένδοτος, ἐκεῖ ποὺ πρέπει, καὶ ὁ μαλακός, ὁ ἐνδοτικότατος, πάλιν ἐκεῖ ποὺ πρέπει. Μοῦ ἀρέσει ἡ ζωή του ἡ ἥσυχη, ἡ ἀθόρυβη, ἡ μοναχική, ἡ ἐλεύθερη καὶ ἡ ἀμέριμνη. Μοῦ ἀρέσει ἡ μουρμούρα του, ὅταν παραπονῆται διὰ τὴν κατάστασιν καὶ τὰ βάζῃ μὲ ὅλους, πρῶτα πρῶτα μὲ τὸν "ἄθλιον" ἑαυτόν του. Μοῦ ἀρέσει ἡ φαιδρότης του, ὅταν ακούῃ ἢ διηγῆται ἀστεῖα, ὅταν πειράζῃ μὲ ἀμίμητην τέχνην τοὺς πειραζομένους, καὶ ὅταν ἀνακαινίζεται εἰς ἕνα θαυμάσιον γέλιο ἀπὸ τὴν καρδιά του, ποὺ εἶναι νομίζεις ἡ μεγαλυτέρα εὐτυχία τῆς ζωῆς του. Μοῦ ἀρέσει ἡ μελαγχολία του, ἡ κατήφεια καὶ ἡ βουβαμάρα ποὺ τὸν πιάνει καμμιὰ φορὰ μεταξὺ φίλων εἰς τὸ καφενεῖον τοῦ Ζαχαράτου ἢ εἰς τὸ σαλόνι τοῦ Παλαμᾶ, ποὺ δὲν ἠξεύρεις ἂν εἶναι θυμός, ἂν εἶναι νύστα ἢ ἂν εἶναι ρέμβη δημιουργίας κανενὸς ἀριστουργήματος.»
Πηγές
Βαρελάς Λάμπρος, «Κόντρα στο ρεύμα. Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας και οι ρήξεις του με τη νεοελληνική κοινωνία και τις αναμονές του αναγνωστικού κοινού», Ε΄ Πανευρωπαϊκό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών - Συνέχειες, ασυνέχειες, ρήξεις στον ελληνικό κόσμο (1204-2014): Οικονομία, κοινωνία, ιστορία, λογοτεχνία (Θεσσαλονίκη, 2-5/10/2014): http://www.eens,org/EENS_ congresses/2014/varelas_lambros.pdf.
Γερακάρης Νικόλαος, Σελίδες της συγχρόνου ιστορίας - πρόσωπα και πράγματα, Τόμος Α΄, έκδοσις Ελεύθερου Ανθρώπου, Αθήνα 1936.
Καρκαβίτσας Ανδρέας, ο Αρχαιολόγος, Εστία, Αθήνα 1904.
Καρκαβίτσας Ανδρέας, Διηγήματα, Αθήνα 1892.
Καρκαβίτσας Ανδρέας, Διηγήματα του γυλιού, Εστία, Αθήνα 1922.
Καρκαβίτσας Ανδρέας, Ο ζητιάνος, Εστία, Αθήνα 1925.
Τσάκωνας Δημήτριος, Λογοτεχνία και Κοινωνία στον Μεσοπόλεμο, Κάκτος, Αθήνα 1987.
Τσάκωνας Δημήτριος, Προβλήματα Ελληνικότητος, Αθήνα 1970.
Τσάκωνας Δημήτριος, Επίτομη Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Κάκτος, Αθήνα 1999.
Φιλιππίδης Θεόδωρος, Ανδρέας Καρκαβίτσας, ο γιατρός, ο λογοτέχνης (https://eeyed.gr/karkavitsas-miliary-doctor).Εφημερίδες ΣΚΡΙΠ, ΕΜΠΡΟΣ.
[1] Λάμπρος Βαρελάς, «Κόντρα στο ρεύμα. Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας και οι ρήξεις του με τη νεοελληνική κοινωνία και τις αναμονές του αναγνωστικού κοινού», Ε΄ Πανευρωπαϊκό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών - Συνέχειες, ασυνέχειες, ρήξεις στον ελληνικό κόσμο (1204-2014): Οικονομία, κοινωνία, ιστορία, λογοτεχνία (Θεσσαλονίκη, 2-5/10/2014): http://www.eens,org/EENS_ congresses/2014/varelas_lambros.pdf.
[2] Ανδρέας Καρκαβίτσας, Διηγήματα, Αθήνα 1892.
[3] Ανδρέας Καρκαβίτσας, ο Αρχαιολόγος, Εστία, Αθήνα 1904, σελ. 99.
[4] Καρκαβίτσας, Διηγήματα του γυλιού, σελ. 70 (Η έξοδος του Μεσολογγίου 10 Απριλίου 1826).
[5] Στο ίδιο, σελ. 57, (Ο θάνατος του Διάκου).
[6] Καρκαβίτσας, ο Αρχαιολόγος, σελ. 23.
[7] Βαρελάς, ο.π.
[8] Ανδρέας Καρκαβίτσας, Διηγήματα του γυλιού, Εστία, Αθήνα 1922, σελ. 25 (Στρατιώτης 1912-1922).
[9] Καρκαβίτσας, Διηγήματα του γυλιού, σελ. 78 (Τ΄ άρματα).
[10] Ανδρέας Καρκαβίτσας, Ο ζητιάνος, Εστία, Αθήνα 1925, σελ. 14.
[11] Στο ίδιο.
[12] ΣΚΡΙΠ, 2.5.1913.
[13] Θεόδωρος Φιλιππίδης, Ανδρέας Καρκαβίτσας, ο γιατρός, ο λογοτέχνης (https://eeyed.gr/karkavitsas-miliary-doctor).
[14] ΕΜΠΡΟΣ, 19.2.1913.
[15] Επίλαρχος Γεώργιος Κουμουνδούρος, Λοχαγοί Α. Κιτσίκης και Ι. Πικουλάκης, υπολοχαγοί Α. Μαρινάκης, Θ. Γιαννακόπουλος, υπίατρος Π. Πιττακός, ανθυπολοχαγοί Λ. Λουμέσσας, Καρελάς και Βασιλακόπουλος, ανθυπίατρος Σκαλίθρας.
[16] Νικόλαος Γερακάρης, Σελίδες της συγχρόνου ιστορίας - πρόσωπα και πράγματα, Τόμος Α΄, έκδοσις Ελεύθερου Ανθρώπου, Αθήνα 1936, σελ. 208-209. Η σχετική εξιστόρηση προέρχεται από αξιωματικό που μοιράστηκε την τύχη του Καρκαβίτσα.
[17] ΣΚΡΙΠ, 25.10.1926. Άρθρο: Ανδρέας Καρκαβίτσας (του Αρίστου Καμπάνη).
[18] ΕΜΠΡΟΣ, 2.11.1922.
[19] ΕΜΠΡΟΣ, 3.11.1922.
Ιωάννης Β. Δασκαρόλης, Αρθρογράφος
Ιστορικός – Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου